7/3/2016
της Δόμνας Βεντουράτου
«Όλη η Ελλάδα είναι μαύρη» συνοψίζει η 5χρονη Μελίνα τις εντυπώσεις των τελευταίων εικοσιτετραώρων, με τις πυρκαγιές να μαίνονται σε όλη τη χώρα. Ρωτά συνέχεια τους γονείς της «αν η φωτιά θα έρθει και σε μας». Η Μελίνα δεν απειλείται άμεσα από τις πυρκαγιές. Οι εντυπώσεις της προέρχονται αφενός μεν από την μακρινή εικόνα της φλεγόμενης Εύβοιας, από την οποία τη χωρίζει η θάλασσα , αφετέρου δε από τα μέσα ενημέρωσης και τις έντονες συζητήσεις των μεγάλων. Όμως δεν παύουν από το να την αναστατώνουν. Ένα μήνα νωρίτερα, μια μικρή πυρκαγιά έφτασε σε απόσταση 50 περίπου μέτρων από το σπίτι όπου η Μελίνα παραθέριζε με τους γονείς της. Η φωτιά σβήστηκε μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα χωρίς να καταστρέψει στο πέρασμά της παρά λίγα δέντρα (όσα χρειάστηκε για να γίνει το γειτονικό οικόπεδο οικοδομήσιμο), όμως η μικρή βίωσε την αναστάτωση των δικών της που έτρεχαν πανικόβλητοι να προλάβουν, καταβρέχοντας ό,τι μπορούσαν. Από τότε, αρνείται να μείνει σ’ ένα δωμάτιο μόνη της, έστω και για λίγα λεπτά.

Επέλεξα συνειδητά ένα ανώδυνο παράδειγμα, θέλοντας να δώσω μια μικρή διάσταση του ποιές επιπτώσεις μπορεί να έχει μια έστω και επιδερμική εμπειρία πυρκαγιάς στον ψυχικό και συναισθηματικό κόσμο ενός – υγιούς – παιδιού. Ας να αναλογιστούμε ποιές είναι οι πιθανές συνέπειες για ένα παιδί που είδε το χωριό του να καίγεται, εγκλωβίστηκε στις φλόγες, έχασε το σπίτι του ή τους δικούς του. Η αίσθηση της ανημπόριας, η συνειδητοποίηση πως οι (μέχρι τώρα παντοδύναμοι) γονείς του αδυνατούν να το προστατέψουν, η απειλή κατά της ζωής, η εμπειρία της απώλειας ανατρέπουν την εικόνα που είχε χτίσει μέσα του για τους δικούς του και για τον κόσμο γενικότερα. Παύει να νιώθει ασφαλές, ίσως χάνει την εμπιστοσύνη του στους δικούς του, που άδικα του έλεγαν πως όλα θα πάνε καλά, και που τελικά δεν κατάφεραν να το προστατέψουν. Αισθάνεται πως ο κόσμος είναι απειλητικός και η ζωή επικίνδυνη , ενώ καλείται να επεξεργαστεί πολλαπλές απώλειες.
Βέβαια ένα παιδί έχει πολύ πιο ευάλωττο ψυχισμό από έναν ενήλικα και οι άμυνές του δεν είναι ακόμα τόσο ισχυρές. Ανάλογες, άν και σε μικρότερη κλίμακα, είναι οι ψυχικές επιπτώσεις μιας τόσο καταστροφικής εμπειρίας σε έναν ενήλικα. Και ο δικός του κόσμος ανατρέπεται, και ο ίδιος λυγίζει κάτω από το βάρος της ανημπόριας και της οδύνης. Γι αυτό το λόγο τα παρακάτω ισχύουν τόσο για τα παιδιά, όσο και για τους ενήλικες.
Ποιές είναι οι πιθανές αντιδράσεις μετά από μια καταστροφική εμπειρία όπως οι πρόσφατες πυρκαγιές ;
Το τετράπτυχο απειλή κατά της ζωής – ανημπόρια – αδυναμία φυγής – αίσθηση αβοήθητου είναι ικανό να προκαλέσει άμεσες ή μακροπρόθεσμες μετατραυματικές αντιδράσεις έως και διαταραχές. Μια ακραία εμπειρία συνεπάγεται ένα πλήθος αρνητικών εντυπώσεων που μας υπερβαίνουν συναισθηματικά. Με σκοπό να προστατέψει την ισορροπία του ψυχισμού μας, ο οργανισμός μας θέτει σε εφαρμογή ένα είδος «προγράμματος έκτακτης ανάγκης», ώστε να εμποδίσει κατ’ αρχήν νέες απειλές (πραγματικές ή φανταστικές). Στη συνέχεια πρέπει επεξεργαστεί μακροπρόθεσμα την εμπειρία συναισθηματικά και νοητικά ώστε να μπορέσει να την αφομοιώσει. Αυτή είναι μια πολύπλοκη και χρονοβόρα διαδικασία της προσαρμογής.
Τρεις είναι οι άμεσες αντιδράσεις που στοχεύουν στην κατ’ αρχήν διατήρηση της ψυχικής ισορροπίας:
• συμπτώματα υπερδιέγερσης (“hyperarousal” )
Υπέρταση, ταχυκαρδία, επιτάχυνση αναπνοής, ένταση των μυών κ.α. στοχεύουν στην προετοιμασία του οργανισμού να αντιμετωπίσει πιθανούς κινδύνους. Τό άτομο είναι ευερέθιστο και νευρικό, ίσως έχει απότομες εκρήξεις θυμού ή αντιδράσεις αδικαιολόγητου πανικού. Ίσως έχει δυσκολία στη συγκέντρωση και στον ύπνο και προκειμένου να χαλαρώσει να κάνει κατάχρηση αλκοόλ, φαρμάκων, νικοτίνης κ.α.
• αποφευκτική συμπεριφορά:
Το άτομο αποφεύγει οτιδήποτε παραπέμπει στην αρνητική εμπειρία και θυμίζει τις τραυματικές σκηνές και τα συναισθήματα . Πιθανόν να αρνείται να ξαναγυρίσει στον τόπο του ή ακόμα και να …ανάψει ένα σπίρτο ! Όταν, παρά τις προσπάθειές του , ένα εξωτερικό ή εσωτερικό ερέθισμα πυροδοτήσει τις αναμνήσεις, κατακλύζεται από αρνητικά συναισθήματα και ξεσπά σε ανεξέλεγκτες αντιδράσεις.
• αποσύνδεση:
Την ώρα του κινδύνου, όταν άτομο δεν είναι σε θέση να αμυνθεί ή να φύγει , δραπετεύει μεταφορικά (νοερά) και αποκόβεται από την πραγματικότητα. Είναι σα να παύει να είναι εκεί. (Ας θυμηθούμε περιγραφές όπως «Ήταν σα να ήμουν κάπου ψηλά και να παρακολουθούσα τον εαυτό μου απ’έξω» από ανθρώπους που επιβίωσαν ενός μεγάλου κιδύνου). Το αποτέλεσμα είναι το άτομο να μην μπορεί να καταγράψει το τραυματικό επεισόδιο με τέτοιο τρόπο ,ώστε να είναι σε θέση να το διηγηθεί ή να το επεξεργαστεί νοητικά. Η τραυματική εμπειρία εγγράφεται μέσα του αποσπασματικά, όπως τα κομμάτια ενός σπασμένου καθρέφτη, και τα θραύσματα απωθούνται, με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται να ανακαλέσει το γεγονός εκούσια. Τα θραύσματα αυτά (μπορεί να είναι εικόνες, ήχοι, οσμές, αισθήσεις, συναισθήματα και σκέψεις που συνδέονται με το τραυματικό επεισόδιο) επανέρχονται συνειρμικά στην επιφάνεια ως εφιάλτες ή ακούσιες αναδρομές στο επεισόδιο (flash backs) και κατακλύζουν το άτομο με έντονα αρνητικά συναισθήματα .
Όπως και μέσα στα κομμάτια ενός σπασμένου καθρέφτη, δεν είναι δυνατό να διακρίνουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα του τι συνέβη, μόνο να αντιληφθούμε πως κάτι συνέβη . Συχνά τα θύματα τραυματικών εμπειριών πάσχουν από ολική ή μερική αμνησία σε σχέση με τα βιώματά τους. Πρόσφατες έρευνες με βάση μαγνητικές τομογραφίες εξηγούν το φαινόμενο αυτό με βάση συγκεκριμένες νευροφυσιολογικές διαδικασίες: Όταν ένα βίωμα είναι ιδιαίτερα στρεσσογόνο, η έκκριση μεγάλης ποσότητας κορτιζόλης από τα επινεφρίδια μπλοκάρει στον εγκέφαλο αφενός μεν τη λειτουργία του ιπποκάμπου, αφετέρου δε αυξάνει τη δραστηριότητα της αμυγδαλής (κυρίως αυτής του δεξιού εγκεφαλικού ημισφαιρίου ). Έτσι, ενώ μειώνεται η ικανότητα συνειδητής και συνολικής καταγραφής του γεγονότος, η αμυγδαλή αποθηκεύει τα αρνητικά συναισθήματα και τις σωματικές αισθήσεις που συνδέονται με το γεγονός .
Οι αντιδράσεις αυτές είναι απαραίτητες για την προάσπιση και την αποκατάσταση της ψυχικής ισορροπίας μέχρι να επιτευθχεί η ψυχική αφομοίωση και προσαρμογή. Όταν το άτομο αδυνατεί να ανταπεξέλθει ψυχικά ακόμα και για μεγάλο χρονικό διάστημα αφού ο κίνδυνος έχει περάσει, τα συμπτώματα αυτά παγιώνονται. Μακροπρόθεσμα, χάνουν τον προστατευτικό τους ρόλο και έχουν ως αποτέλεσμα τη φθορά του οργανισμού, τη σπατάλη ενέργειας, τον περιορισμό της καθημερινής δραστηριότητας του ατόμου και την – τουλάχιστο παροδική – αποκοπή του από την πραγματικότητα. Αποκτούν παθολογικό χαρακτήρα, μπορεί να πάρουν τη μορφή μιας κατάθλιψης, φοβίας ή ψυχοσωματικών συμπτωμάτων.
Μεταφορικά, είναι σα να οδηγούμε αυτοκίνητο και να πατάμε γκάζι (συμπτώματα υπερδιέγερσης) και φρένο (απώθηση και αποφυγή) ταυτόχρονα : θα κάψουμε τη μηχανή μας !
Αξιοσημείωτο είναι πως πολλές από τις αντιδράσεις που αναφέραμε πιο πάνω δεν είναι άμεσες, αλλά εμφανίζονται έως και μήνες μετά το τραυματικό γεγονός – συνήθως όταν η ζωή έχει ξαναβρεί το ρυθμό της, και – δυστυχώς – το ενδιαφέρον και η στήριξη του περιβάλλοντος αλλά και της Πολιτείας έχει πια υποχωρήσει. Ο κίνδυνος μιας χρόνιας εξέλιξης αυτών των συμπτωμάτων είναι τότε μεγαλύτερος.
Το αν κάποιος εμφανίσει κάποιου είδους μακροπρόθεσμη μετατραυματική διαταραχή εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όχι μόνο περιβαλλοντολογικούς αλλά και ατομικούς, όπως η προσωπικότητα, ο ψυχισμός, προηγούμενες εμπειρίες κ.α.
Mε βάση τα όσα είπαμε είναι προφανές πόσο επιτακτική είναι η άμεση αλλά και μακροπρόθεσμη ανάγκη της ψυχολογικής στήριξης όχι μόνο των πυροπληγέντων, αλλά και των συγγενών των θυμάτων(παιδιών και ενηλίκων).
Στόχος της ψυχολογικής στήριξης είναι να συμβάλλει στην ψυχική επεξεργασία του ατόμου, παρέχοντας κατ΄αρχήν την απαραίτητη αίσθηση ασφάλειας, βοηθώντας το να ανακτήσει τις δυνάμεις και την αυτοεκτίμησή του, και συμβάλλοντας στην ελεγχόμενη αντιμετώπιση επιβαρυντικών αναμνήσεων, συναισθημάτων, σκέψεων και σωματικών αισθήσεων.
Μια άλλη ομάδα που χρειάζεται στενή ψυχολογική παρακολούθηση είναι το προσωπικό ασφαλείας και διάσωσης, που ήρθε κατ’ εξακολούθηση αντιμέτωπο με δραματικές σκηνές. Σύμφωνα με έρευνες, η πιθανότητα εμφάνισης μιας μετατραυματικής διαταραχής στο προσωπικό διάσωσης είναι τριπλάσια απ’ ό,τι στον υπόλοιπο πληθυσμό. Τέλος, ακόμα και οι ειδικοί ψυχικής υγείας που καλούνται να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους επιβαρύνονται ψυχικά από την οδύνη των άλλων και κινδυνεύουν από επαγγελματική εξουθένωση, αν δεν έχουν προετοιμασθεί επιστημονικά αλλά και ψυχικά γι αυτό που πρόκειται να αντιμετωπίσουν και δεν έχουν μια ταυτόχρονη ανάλογη στήριξη (όπως η συναδελφική εποπτεία).
Σεπτέμβριος 2007
Πηγή : http://travmatotherapeia.com